condition+of+being+uninformed+or+uneducated Gresk

4 oversettelser
Oversettelse Kontekst Lyd
ακρίβεια
vanlig
🇪🇸 La condición de desconocimiento puede afectar la toma de decisiones.
🇬🇷 Η κατάσταση της άγνοιας μπορεί να επηρεάσει τη λήψη αποφάσεων.
🇪🇸 Su condición de ignorancia es evidente en sus respuestas.
🇬🇷 Η κατάσταση της άγνοιάς του είναι προφανής στις απαντήσεις του.
formell
ανεπαρκής γνώση
vanlig
🇪🇸 La condición de no saber mucho puede ser peligrosa.
🇬🇷 Η κατάσταση της μη γνώσης πολλών πραγμάτων μπορεί να είναι επικίνδυνη.
🇪🇸 Su condición de desconocimiento limita sus oportunidades.
🇬🇷 Η κατάσταση της άγνοιας περιορίζει τις ευκαιρίες του.
daglig bruk
αμάθεια
vanlig
🇪🇸 La condición de ignorancia puede ser una barrera para el crecimiento.
🇬🇷 Η κατάσταση της αμάθειας μπορεί να αποτελεί εμπόδιο στην ανάπτυξη.
🇪🇸 Muchas veces, la ignorancia es la raíz de los problemas sociales.
🇬🇷 Πολλές φορές, η αμάθεια είναι η ρίζα των κοινωνικών προβλημάτων.
litterær
έλλειψη γνώσεων
vanlig
🇪🇸 La condición de falta de conocimientos puede afectar la productividad.
🇬🇷 Η κατάσταση της έλλειψης γνώσεων μπορεί να επηρεάσει την παραγωγικότητα.
🇪🇸 Su condición de desconocimiento técnico requiere capacitación.
🇬🇷 Η κατάσταση της άγνοιας σε τεχνικά θέματα απαιτεί εκπαίδευση.
formell