isand Gresk
3 oversettelser
| Oversettelse | Kontekst | Lyd |
|---|---|---|
|
vanlig
🇪🇸 Voy a visitar una isla este verano
🇬🇷 Θα επισκεφθώ ένα νησί αυτό το καλοκαίρι
🇪🇸 La isla es muy bonita
🇬🇷 Το νησί είναι πολύ όμορφο
|
daglig bruk | |
|
formell
🇪🇸 La isla pequeña se llama νησίδα
🇬🇷 Το μικρό νησί ονομάζεται νησίδα
🇪🇸 Los estudios muestran que la νησίδα tiene importancia ecológica
🇬🇷 Οι μελέτες δείχνουν ότι η νησίδα έχει οικολογική σημασία
|
formell | |
|
sjelden
🇪🇸 El escritor describe un aislado νησί
🇬🇷 Ο συγγραφέας περιγράφει ένα απομονωμένο νησί
🇪🇸 En su novela, viaja a un νησί para encontrar paz
🇬🇷 Στο μυθιστόρημά του, ταξιδεύει σε ένα απομονωμένο νησί για να βρει γαλήνη
|
litterær |