lepidlo Gresk

3 oversettelser
Oversettelse Kontekst Lyd
vanlig
🇪🇸 Necesito un poco de lepidlo para arreglar el papel.
🇬🇷 Χρειάζομαι λίγη κόλλα για να διορθώσω το χαρτί.
🇪🇸 ¿Tienes lepidlo para pegar estos carteles?
🇬🇷 Έχεις κόλλα για να κολλήσεις αυτές τις αφίσες;
daglig bruk
vanlig
🇪🇸 Los niños usan lepidlo para sus proyectos.
🇬🇷 Τα παιδιά χρησιμοποιούν κόλλα χειροτεχνίας για τα έργα τους.
🇪🇸 Pon un poco de lepidlo en el papel y pega las piezas.
🇬🇷 Βάλε λίγη κόλλα χειροτεχνίας στο χαρτί και κόλλησε τα κομμάτια.
for barn
teknisk
🇪🇸 El lepidlo se usa como un material para unir piezas.
🇬🇷 Το συνδετικό μέσο χρησιμοποιείται ως υλικό για την ένωση κομματιών.
🇪🇸 En ingeniería, el lepidlo debe resistir ciertas tensiones.
🇬🇷 Στην μηχανική, το συνδετικό μέσο πρέπει να αντέχει σε συγκεκριμένες τάσεις.
teknisk