riffel Gresk

4 oversettelser
Oversettelse Kontekst Lyd
vanlig
🇪🇸 El riffel es una parte del arma
🇬🇷 Το ριφλέ είναι μέρος του όπλου
🇪🇸 En el arma, el riffel es crucial para la precisión
🇬🇷 Στο όπλο, το ριφλέ είναι ζωτικής σημασίας για την ακρίβεια
teknisk
formell
🇪🇸 El riffel se usaba en la fabricación de moldes
🇬🇷 Το καλούπι χρησιμοποιούνταν στην κατασκευή καλουπιών
🇪🇸 Los ingenieros diseñaron un nuevo riffel para la producción
🇬🇷 Οι μηχανικοί σχεδίασαν ένα νέο καλούπι για την παραγωγή
formell
vanlig
🇪🇸 El riffel en el mar es emocionante
🇬🇷 Η κατάδυση στη θάλασσα είναι συναρπαστική
🇪🇸 Me gusta hacer riffel en la piscina
🇬🇷 Μου αρέσει να κάνω καταδύσεις στην πισίνα
daglig bruk
uformell
🇪🇸 El riffel en la historia fue inesperado
🇬🇷 Η απότομη αλλαγή στην ιστορία ήταν απροσδόκητη
🇪🇸 Su vida dio un riffel después del accidente
🇬🇷 Η ζωή του έκανε μια απότομη αλλαγή μετά το ατύχημα
dagligdags